Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2010

Τοκετός της παρθένας



Στη φύση. Πέρα από κάθε νόμο. Είναι ο θεός, η ομορφιά ή η ζωή. Το τίποτα. Εδώ γράφει η παρθένα. Δεν είμαι δέντρο ούτε έπιπλο. Δεν είμαι σίδερο μήτε μέταλλο. Είμαι το παρθένο βελούδινο αιδοίο με τη θαυματουργή μήτρα. Γεννάω χωρίς πόνο. Ξερνοβολάω οτιδήποτε υπάρχει πάνω στην Γη. Η αγαπημένη παρθένα της φύσης. Όταν γέννησα τον Ιησού Χριστό του έκανα δώρο δύο ξύλα για να παίζει κι αυτός έφτιαξε έναν σταυρό και σταυρώθηκε. Νόμιζε ότι ήταν αθάνατος. Όταν γέννησα τον Βούδα, αυτό το χοντρό πλάσμα, αναγκάστικα να εφεύρω την λέξη "νιρβάνα" για να εκφράσω αυτό που ένιωσα όταν βγήκε από μέσα μου. Γέννάω τους πάντες και τα πάντα. Και τα παράσιτα εγώ τα γεννάω. Μιλάω για εκείνα τα έντομα, για εκείνα τα τρωκτικά, τους κοριούς. Ξερένεται το δέρμα μου κι αυτά με τρώνε, όλο με τρώνε και με τρώνε. Δεν με αφήνουν να ανασάνω. Περπατάνε πάνω μου και με γαργαλάνε. Με βιάζουν! Απ'οτι έχω καταλάβει είναι φίλοι. Μιλήστε φίλοι μου.

Ποιος είναι φίλος; Σε κάθε φράση των "φίλων" κρύβεται μία θέληση για εξύψωση του εαυτού τους απέναντί σου. Είσαι ένας καθρέφτης που παραμορφώνει είδωλα. Κάθε φίλος βλέπει πάνω σου τον εαυτό του να μεγαλώνει. Το κάτοπτρό σου στρέφει τα κοίλα έτσι ώστε να επιμηκύνει στο ύψος αυτόν που κοιτιέται. Κι έτσι όλοι σε κοιτούν από ψηλά. Γι'αυτό δεν σου επιτίθενται συχνά. Είσαι πολύ μικρός για να ασχοληθούν. Μερικές φορές νιώθεις να σου φωνάζουν με το πάθος ενός γονέα που ανησυχεί για το παιδί του. Και τί να είναι άραγε αυτό που σκέφτεσαι και δεν το λες; Μερικές φορές κοιτάζεις για λίγο σιωπηλά.

Τί είναι αυτό που βλέπει; Τί είναι αυτά που βλέπει; Ξυράφια. Τον τρυπάνε από παντού. Είναι φτιαγμένος από πλαστελίνη. Η καρδιά του, το μυαλό του ξεντώνονται τόσο πολύ από μόνα τους για να χωρέσουν μέσα τους τα πάντα. Τί ματαιόδοξα όργανα. Νομίζουν ότι με το να τεντώνονται, να τραβιούνται στα άκρα, μπορούν να ικανοποιήσουν την πείνα τους. Το μόνο που θα καταφέρουν είναι κάποια στιγμή να σπάσουν, να κοπούν, να διαλυθούν, να λιώσουν. Τα ξυράφια ωστόσο δεν προκαλούν πόνο. Δεν τον κόβουν. Περισσότερο τσιμπάνε. Σαν τα κουνούπια, μόνο που δεν του ρουφούν το αίμα. Το αφήνουν να ρέει. Μάλλον θα τους ηδονίζει το αίμα του ή το αίμα γενικά. Μία κραυγή από τη σπηλιά των μαρτύρων: "Σας προκαλεί ηδονή το αίμα;". Θα προτιμούσε να τρεφόταν κάποιος με το αίμα του παρά να το έχυνε σπάταλα. Τα συμπαθεί τα κουνούπια, αν και μεταξύ μας, τα θεωρεί φασαριόζικα. Δεν μπορούν να κάνουν την δουλειά τους ήσυχα. Πρώτα πρέπει να βουήξουν μέσα στο αυτί του θύματος σαν να του λένε "Ξύπνα, ήρθε η ώρα να τραφούμε". Και το να μην σε αφήνουν να κοιμηθείς είναι σαν να μην σε αφήνουν να θρέψεις τα ζωτικά σου όργανα. Τί μπέρδεμα κι αυτό. Για να μην μπερδευτεί περισσότερο θα δώσουμε τον λόγο σε ένα μωρό που μόλις γεννήθηκε. Μίλα μωρό. Σκούπισε τα αίματα, σκίσε με τα δόντια σου τον ομφάλιο λωρό και πες τα όπως μόνο εσύ μπορείς να τα πεις.

Η ανθρώπινη φύση ακολουθεί μία αλυσίδα. Θέληση για ζωή : θέληση για τροφή : θέληση για δύναμη. Φίλοι και κουνούπια, ξύλα και καθρέφτες, η απόλυτη γνώση. Στην μήτρα περνάς μέσα από κιβωτούς, επιπλέωντας στο αμνιακό υγρό, βουλιάζοντας μέσα σε μάτια πεπλατυσμένα, βαδίζοντας πάνω σε ξυραφάκια. Για άλλους ξύλο, για άλλους ατσάλι, για άλλους πλαστελίνη. Σκληρό, μαλακό ή εύκαμπτο. Τόσοι χαρακτηρισμοί που δεν χωράνε στο λεξιλόγιο. Την μία τραγικό, την άλλη συμπαθητικό, την άλλη ειρωνικό, την άλλη αγαπητό. Όσοι το ζουν γνωρίζουν. Κι όσοι δεν το ζουν εθελοτυφλούν. Βγήκα και αντίκρυσα αυτή τη σκύλα που με έφερε στη ζωή. Πλήξη και απραξία με κυρίευσε. Αναγκάστηκα να φύγω μακριά της. Σκέφτηκα να μείνω, να περπατήσω με τους συνοδοιπόρους. Και ποιος δεν θα ήθελε έναν άνθρωπο δίπλα του, να πιάσει το χέρι του και να πει μία αλήθεια, μία ζωική εξομολόγηση : "Φίλε, ταξιδέυουμε, είτε μαζί είτε χώρια, ταξιδεύουμε. Και στις τρικυμίες φαίνεται από τί υλικό είμαστε φτιαγμένοι. Στις συνευρέσεις μας φοράμε το καλύτερο κουστούμι που πιστεύουμε ότι μας ταιριάζει. Μάθε όμως ότι ταξιδεύουμε γυμνοί".